Έρχονται τα Χριστούγεννα με γοργό ρυθμό και πολλοί από εσάς απολαμβάνουν το ψιλοχιονάκι που πέφτει. Είναι η επίσημη εποχή “χουχουλιάσματος” όπου θα κάτσεις μπροστά στο καλοριφέρ σου, περιμένοντας όχι τον Γκοντό αλλά τον Άι-Βασίλη να έρθει και να σε γεμίσει δώρα, προτού γεμίσει την μαμά με σπέρμα. Γνωρίζεις φυσικά πως ο Άι-Βασίλης είναι νεκρός, ο χοντρομπαλάς που κατεβαίνει από την καμινάδα σου (αν έχεις δει ποτέ καμινάδα that is) πιθανότατα είναι ο πατέρας σου ή κάποιος καλός γείτονας αν λείπει ο πατέρας σου “ταξιδάκι”. Εχμ… δεν το γνώριζες; Οοοps, i did it again σαν την φίλη μας την Britney!
Σίγουρα όμως θα γνωρίζεις πως το χρώμα της φορεσιάς του Αημπατζίλη δεν είναι κόκκινο, η μάλλον δεν είναι μόνο κόκκινο. Ε… χμ, ούτε αυτό το γνωρίζει ο κόκα-ξεκολ(ι)ασμένος εγκέφαλός σου; Έστω. Ο εν λόγω κρυφοπαιδόφιλος “κύριος” έχει εμφανιστεί ανά τις εποχές με διάφορα χρώματα στολής, πράσινο, λευκό, καφέ, κόκκινο — πιο πολλά και από σημαιάκι gay pride! Το κόκκινο χρώμα της φορεσιάς του έγινε το δημοφιλέστερο μέσα από τις διαφημίσεις της “Coca-ξεCoLa λέμε!”.
Το θέμα δεν όμως δεν είναι το “αυθεντικό” του χρώματος της φορεσιάς, το θέμα είναι πως αρέσει στον καθένα από εμάς να τον φαντάζεται. Εγώ, για παράδειγμα, τον φαντάζομαι με πολύ λιγότερα κιλά από όσα μας τον παρουσιάζουν. Τον φαντάζομαι γένους θηλυκού, πληθωρικό μόνο στα σωστά σημεία. Με πιο αποκαλυπτική στολή. Με πράσινη πιο αποκαλυπτική στολή! Κοινώς, το μόνο που διατηρεί από τον “αυθεντικό” Μπατζίλη είναι το όλο not-once-but-thrice “Ho” της κατάστασης. Κατά τ’ άλλα η δικιά μου εκδοχή θυμίζει περισσότερο la fée verte, μια Πράσινη Νεράιδα…
Κάπου εδώ όσοι θέλουν να αυτοαποκαλούνται ψαγμένοι αφήνουν συνωμοτικά χάχανα να ξεφύγουν, διότι γνωρίζουν που αναφέρομαι. Άτσα ρε, και η κουτσή Μαρία γνωρίζει πλέον — πρέπει να φας πολλές δηθενιές ακόμα για να θεωρηθείς “ψαγμένος” στην εποχή του ίντερνετ! Ναι, αναφέρομαι σε ένα πατροπαράδοτο Ελληνικό ποτό -τόσο όσο τα ουϊσκια “Τσόνη“- που για κάποιο λόγο μου έχει κολλήσει ως… άκρως χριστουγεννιάτικο: το αψέντι!
Το ότι εγώ το θεωρώ “χριστουγεννιάτικο ποτό” είναι πιθανόν αποτέλεσμα εκτεταμένης νευρολογικής βλάβης, ποια η ΔΙΚΙΑ ΣΟΥ δικαιολογία όμως που το θεωρείς “παραισθησιογόνο ποτό μυθικού status“; Πιθανότατα το ότι πιθηκίζεις και επαναλαμβάνεις ότι ακούς χωρίς να το τσεκάρεις. Τι θα έλεγες λοιπόν το απόλυτο, κομπλεξικό ZykLon Β να σου εξηγήσει ακόμα μια φορά τι παίζει με την κατάσταση, σε κλίμακα ξερό-λα ματζόρε όπως πάντα; Συνηθισμένο το βουνό στα χιόνια, κράτα με από όποιο μέλος του σώματός μου θες πορνηρούλη και πάμε για μια πτήση χωρίς ταράνδους (είναι πολύ απασχολημένοι να μασουλάν τις Amanita muscaria για να μας ακολουθήσουν) σε μύθο και πραγματικότητα!
Συγγενής του Ούζου. Όχι, η παραπάνω απάντηση δεν είναι κάποιου είδους test drive για να δω σε πόσα δευτερόλεπτα το Zyklon πιάνει το “0-100” του ξενερώματος/απομυθοποίησης του αναγνωστικού του κοινού. Είναι η αλήθεια: το αψέντι, ή ο “αψέντης” αν προτιμάς, είναι ένα ποτό-προϊόν απόσταξης, του οποίου τα κύρια συστατικά συνήθως είναι ο γλυκάνισος (ούζο), ομάραθος, η αρτεμισία/αψιθιά και φυσικά τοαλκοόλ! Το ποτό παίρνει το όνομά του από την αψιθιά (Artemisia absinthium) στην οποία αποδίδεται ο κύριος όγκος του αρώματος του και τα αμφιλεγόμενα ψυχοενεργά αποτελέσματά του. Όσον αφορά το αλκοόλ που περιέχει, μπορεί να θεωρηθεί “σκληρό ποτό” άπαξ και η περιεκτικότητα κυμαίνεται μεταξύ 45% και 72%, ότι πρέπει δηλαδή για πλήρη αποστείρωση τραυμάτων και της τουαλέτας σου.
Η παρασκευή ενός “βασικού” αψέντι είναι απλή υπόθεση για όποιον έχει αποστακτήριο, η ακριβής συνταγή του όμως είναι θέμα μεγάλων διενέξεων ανάμεσα στους εραστές αυτού του ποτού. Τα βότανα προστίθονται σε μείγμα νερού και αλκοόλ και αφότου “κάτσουν” και δώσουν όλο το άρωμά τους, ακολουθεί η απόσταξη του μίγματος, όπως και στο τσίπουρο ή στο ούζο. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι ένα άχρωμο, έντονα αρωματικό υγρό με ελαφριά πικράδα. Στην συνέχεια με την βοήθεια διαφόρων φυτών το αψέντι χρωματίζεται σε εκείνο το σμαραγδί πράσινο χρώμα, για το οποίο είναι διάσημο και λόγω του οποίου έχει κερδίσει το προσωνύμιο “Πράσινη Νεράιδα“. Το πράσινό του χρώμα το οφείλει στην χλωροφύλλη των φυτών, είναι γεγονός πως το χρώμα του αψέντι αλλάζει με τον καιρό σε πιο κίτρινους και καφετί τόνους, όπως ακριβώς τα φύλλα των δέντρων – φαινόμενο που έχει να κάνει με την διάσπαση της χλωροφύλλης.
Πιθανότατα ενδιαφέρεσαι για το πως προέκυψε ένα τέτοιο ποτό. Ώρα να σε κλισεδιάσω εντελώς : “Οι απαρχές αυτού του ποτού χάνονται μέσα στα βάθη του χρόνου“. Η χρήση της αψιθιάς ως βότανο είναι πανάρχαια και της αποδίδονται πολλές ιδιότητες: από παρασιτοκτόνο και τονωτικό έως άριστο βότανο για τηνχώνεψη (όπως τα περισσότερα πικρά βότανα). Για παράδειγμα, υπάρχουν αναφορές στην αρχαία Ελλάδα για θεραπευτικά κρασιά που περιείχαν αψιθιά. Το αψέντι με την μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα πρωτοεμφανίστηκε το 1792 , ως ελιξίριο-πατέντα του γιατρού Dr. Pierre Ordinaire. Το 1805 οι αδερφέςHenriod (γυναίκες, όχι λούλες μπρε!) πούλησαν την συνταγή στον Dubied ,αφού πρώτα την πήραν από τον Ordinaire. O Dubied άνοιξε με τον γαμπρό του (Pernod) στην Γαλλία μια μονάδα παρασκευής αψέντι με το όνομα “Maison Pernod Fils“. Αυτό το όνομα αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία του αψεντιού, θεωρείται κορυφαίο και ακόμα κυκλοφορούν λίγα μπουκάλια αυθεντικού αψέντι αυτού του εργοστασίου!
Το μεγάλο μπαμ με το αψέντι άρχισε να συμβαίνει κατά το 1840 όταν οι Γάλλοι στρατιώτες που επέστρεφαν πίσω στην πατρίδα άρχισαν να αναζητούν μανιωδώς το αψέντι σε μπαρ, μπιστρό, καφετέριες, καμπαρέ και το ντουλάπι φαρμάκων της καψερής μάνας τους: το ελιξίριο αυτό τους δινόταν επίσημα ως φάρμακο για την καταπολέμηση της ελονοσίας με αποτέλεσμα σιγά-σιγά η γεύση να αρχίσει να τους αρέσει. Έτσι, το αψέντι από απλό ελιξίριο μετατράπηκε σε αγαπημένο ποτό μιας ολόκληρης κοινωνίας: από αριστοκράτες και υψηλά ιστάμενους έως το τελευταίο τσογλανάκι που ξεψυχούσε σε κάποιο χαντάκι από το πολύ πιώμα. Αξίζει να σου αναφέρω χαρακτηριστικά πως το 1910 οι Γάλλοι πίναν 36 εκατομμύρια λίτρα αψέντι τον χρόνο, μια ποσότητα καθ’ όλα σεβαστή!
Δε λέω, ποτό με ιστορία, αλλά γιατί τόσος ντόρος για ένα ακόμη ποτό;
Πώς λοιπόν ένα σχετικά …”ordinaire” ποτό κατέληξε τόσο “extraordinaire”; Δύο είναι οι λόγοι, μικρέ μου φίλε: καλλιτέχνες και ποινικοποίηση! Το αψέντι πιθανώς το έχεις συναντήσει σε καλλιτεχνίζοντες κύκλους και μέσα από αναφορές γνωστών ονομάτων όπως Charles Baudelaire,Arthur Rimbaud, Amedeo Modigliani, Vincent van Gogh — γενικά, από όλα τα “καλά παιδιά” της τότε εποχής. Αν προτιμάς σημερινές αναφορές σε αυτό, θα βρεις πάμπολλες από σύγχρονα “καλά παιδιά”, αλλά ακόμα και πιο mainstream τύπους. Θα το συναντήσεις στο “From Hell” όπου ο Johnny Depp το αναμιγνύει με όπιο έχοντας ως αποτέλεσμα οράματα που τον οδηγούν στον δολοφόνο που κυνηγάει, θα το συναντήσεις πάλι και στο “Perfect drug” του Trent Reznor… Αν έπρεπε να αναφέρω όλες τις καλλιτεχνικές αναφορές σε αυτό το ποτό θα έπρεπε να κάνω ολόκληρη σειρά άρθρων…
Γιατί όμως αρέσει τόσο πολύ αυτό το ποτό; Θες το εκπληκτικό χρώμα του, θες το ότι αλλάζει εμφάνιση με το που προσθέτεις νερό, θες η υψηλή συγκέντρωση σε αλκοόλ; Ίσως και λίγο τ’ ότι έχει ολόκληρο τελετουργικό προετοιμασίας — όλα βοήθησαν να εμπνευστούν ποιητές και ζωγράφοι από αυτό το ποτό και να το αποθανατίσουν μέσα στα έργα τους. Ευαίσθητες ψυχούλες οι καλλιτέχνες, δεν χρειάζεται και πολύ για να εμπνευστούν, ούτε κανείς τους ζητάει το λόγο για την χρήση της ποιητικής αδείας όσον αφορά την περιγραφή των αποτελεσμάτων του. Εδώ που τα λέμε έχουν γραφεί παιάνες για πολλά ποτά -από μπύρα έως κρασί- όπως επίσης και για πολλές καταστάσεις της ζωής. Το ιδιαίτερο όμως του αψέντι ήταν το ότι οι καλλιτέχνες ανέφεραν πολλές φορές παραισθήσεις και οραματικές καταστάσεις από την κατανάλωση αυτού του ποτού, σε τέτοιο επίπεδο που προσωποποιήθηκε και εξυμνήθηκε με την μορφή μιας πράσινης νεραϊδας που σε αποπλανεί και σε τραβάει στα λημέρια της.
Τέτοιες αναφορές “παραισθήσεων και τρέλας” σε συνδιασμό με το σχεδόν παγκόσμιο απαγορευτικό κλίμα κατά του αλκοόλ δεν άργησαν να στοχοποιήσουν το αψέντι ως κύριο ένοχο “της έκπτωσης των ηθών και της κοινωνίας“: αν το αλκοόλ ήταν μια φορά επικίνδυνο τότε το αψέντι ήταν δέκα! Ήταν πολύ πιο δυνατό από τα άλλα ποτά και μπορούσες να το βρεις σχετικά φθηνά. Επίσης, άλλα ποτά όπως το κρασί, ήταν τόσο συνυφασμένα ως απαραίτητα συνοδευτικά γεύματος για τους Γάλλους, που δεν τολμούσε κανείς να τα αγγίξει — νομίζω ότι ακόμα και σε σπηλιά να ζεις έχεις ακουστά τα “Γαλλικά κρασιά“! Η όλη κατάσταση ξέφυγε εντελώς, με πολιτικούς να κάνουν δηλώσεις του τύπου πως “αν το αψέντι αφεθεί ελεύθερο οι μισοί Γάλλοι θα έπρεπε να ήταν full-time απασχολημένοι περνώντας ζουρλομανδύες στους άλλους μισούς” και “επιστήμονες” όπως ο Dr. Valentin Magnan να δηλώνουν πως “το αψέντι προκαλεί τρέλα κληρονομήσιμη στα παιδιά“. Θεωρήθηκε μάλιστα πως το αψέντι προκαλούσε μια ασθένεια, τον “αψινθισμό“!
Εδώ, είναι περιττό να πούμε πως οι έρευνες του Dr. Magnan, που αποτέλεσαν το κύριο μέρος της επιχειρηματολογίας των υποστηρικτών της απαγόρευσης (“έρευνες έδειξαν πώς“), ήταν απλά αστείες ακόμη και με κριτήρια του τότε, πόσο μάλλον με σημερινά! Οι μόνοι που χάρηκαν με το απαγορευτικό status quo του 1914 ήταν οι υποστηρικτές της απαγόρευσης και… οι συνεταιρισμοί οινοποιών που είχαν άμεσο συμφέρον να εξαφανιστεί το εμπόριο του αψεντιού, ενός ποτού που κέρδιζε σταθερά έδαφος στις προτιμήσεις των Γάλλων. Ω ναι, και τότε οι απαγορεύσεις όπως και σήμερα, είναι για να προστατεύσουν τογενικό καλό και την γενική υγεία του πληθυσμού, αυτό που δεν μας εξηγεί κανείς φυσικά, είναι πως είναι δυνατόν με βάση αυτή τη λογική, να μην είναι απαγορευμένα άλλα πιο επικίνδυνα πράματα και αν είναι ουδέποτε δυνατόν να… προφυλάξεις κάποιον από τον ίδιο του τον εαυτό και την ίδια του την ηλιθιότητα.
Για όσους αναρωτιούνται τι απέγινε στην απαγόρευση, ας πούμε πως δεν δούλεψε τόσο καλά: το αψέντι συνέχισε να υπάρχει στην μαύρη αγορά, έγινε πιο περιζήτητο και συν τις άλλοις έγινε ακόμα πιο μυθικό ως “απαγορευμένος καρπός”, ως “κάτι που για να το βρεις πρέπει να έχεις διασυνδέσεις” δίνοντας περαιτέρω τροφή σε καλλιτέχνες που τώρα θα έπρεπε να συναντηθούν στα κρυφά (ω, τι ρομαντικά επικίνδυνο!) για ένα ποτηράκι αψέντι. Τα πράγματα συνέχισαν έτσι για πολλά χρόνια ώσπου κούτσα-κούτσα φτάσαμε στο 1990όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση αποποινικοποίησε το αψέντι. Σου θυμίζουν τίποτα όλα τα παραπάνω περί ποινικοποιήσεων; Δεν αρχίζεις ξάφνου να έχεις μια αίσθηση — deja-vu να το πω, flashback να το πω; Μην μου ιδρώνεις τζάμπα, το ανθρώπινο είδος είναι πολύ πεισματάρικο και δεν το κουνάει ρούπι από απαρχαιωμένες ιδέες, μας αρέσει να βλέπουμε “επαναλήψεις”: είναι να μην πιάσουν στόκο μια φορά τα μυαλά, μετά δεν φεύγει ούτε με λοβοτομή.
Μπες στο ψητό ρε φλωράκι! Τι παίζει με τον αψέντι, την ακούς στέρεο; Όντως παίζουν παραισθήσεις;
Και ναι και όχι. Δεν φταίνε οι καπνοί από τα φύλλα της δάφνης που εισπνέω, είναι η πιο ειλικρινής απάντηση που θα μπορούσα να σου δώσω. Ναι, την ακούς από το αλκοόλ, αυτό έλειπε, το αψέντι είναι ίσως το πιο δυνατό ποτό σε περιεκτικότητα αλκοόλ που έχεις πιει ποτέ, εκτός αν πίνεις κολόνιες! Δεν σε ενδιαφέρει όμως αυτό, σε ενδιαφέρει αν το αψέντι έχει κάτι άλλο μέσα το οποίο προκαλεί παραισθήσεις ή είναι ψυχοενεργό. Η απάντηση είναι εν μέρη ναι: Θουγιόνη ή κατά άλλους Θυϊόνη. Αν δεις σύγχρονα μπουκάλια αψέντι , θα δεις πίσω στην ετικέτα να αναφέρεται η περιεκτικότητα του ποτού σε θουγιόνη όπως επίσης θα δεις πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε το μέγιστο όριο θουγιόνης που επιτρέπεται να περιέχει το αψέντι για να είναι νόμιμο (10mg/L για ποτά με αλκοολική περιεκτικότητα άνω του 25% και 35mg/L για ποτά με λιγότερο αλκοόλ). Έχεις πιει όμως αψέντι και δεν έγινε και τίποτε τραγικό, έτσι δεν είναι; “Μπά, δεν θα είχε αρκετή θουγιόνη μάλλον μέσα, όπως ο παλιός καλός αψέντης!” θα μονολογήσεις… Χμ… Δεν θα το έλεγα!
Η θουγιόνη είναι ένα κετονικό μονοτερπένιο -κάτι μας είπες τώρα- το οποίο αποτελεί το κύριο συστατικό του ελαίου της αψιθιάς, του φυτού από το οποίο φτιάχνεται το αψέντι. Σε απλά ελληνικά είναι αυτό που θα έλεγες “αιθέριο έλαιο” του φυτού. Αυτή η ουσία έχει μελετηθεί εκτενώς: στην αρχή οι επιστήμονες νόμιζαν πως έχει δράση παρόμοια με του THC που περιέχει η κάνναβη, ένας μύθος που θα τον ακούσεις να κυκλοφορεί ακόμα και σήμερα σε παρέες “και καλά” ψαγμένων ναούμηδων. Κάνανε λάθος, ουδεμία σχέση με το THC έχει και δεν “ενεργοποιεί” τους ίδιους υποδοχείς στον εγκέφαλο που ενεργοποιεί το THC.
Τελικά αποδείχθηκε πως αυτή η ουσία είναι ανταγωνιστής τωνυποδοχέων GABA , έχει δηλαδή αντίθετη δράση από αυτή των ηρεμιστικών, και ανταγωνιστής των υποδοχέων σεροτονίνης 5ΗΤ3 (ή αν προτιμάς τα ελληνικά, έχει αντιεμετική δράση). Μας ενδιαφέρει κυρίως το πρώτο: σε μεγάλες δόσεις ουσίες που έχουν δράση ανταγωνιστική στους GABA υποδοχείς προκαλούν σπασμούς και κρίσεις παρόμοιες με τις επιληπτικές, όχι όμως παραισθήσεις — σίγουρα όχι “φτιάξιμο” όπως το εννοείς εσύ, με μέτρο σύγκρισης την κυρά κάνναβη! Επίσης βρέθηκε πως η θουγιόνη είναι τοξική για το συκώτι, όπως επίσης και τοξική για τα νευρικά κύτταρα. Αν παρ’ όλ’ αυτά επιμένεις πως η θουγιόνη είναι όλη η μαγεία του αψέντι και πως τα σημερινά ποτά που ονομάζονται “αψέντι” δεν περιέχουν τόσο όσο παλιά, θα σου πρότεινα να το ξανασκεφτείς. Κυκλοφορούσε ο “ψαγμένος” μύθος πως το αψέντι πριν την απαγόρευση περιείχε ποσότητες θουγιόνης άνω των 100 mg ανά λίτρο (αναφέρονταν τιμές όπως 250 mg/L, 300 mg/L κτλ.): μια μελέτη του 2008 που έγινε σε 13 “vintage” μπουκάλια αψέντι της περιόδου 1895–1910 έδειξε πως περιείχαν από 0.5mg/L εώς 48.3mg/L με μέσο όρο τα 25.4 mg/L. Με λίγα λόγια σήμερα μπορείς να βρεις εξίσου περιεκτικό αψέντι σε θουγιόνη , μην σου πω και καρατσεκαντάν πιο περιεκτικό.
Μα καλά, θα μου πεις, όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες μπούρδες λέγανε; Τόσος ντόρος έχει γίνει και μου έχεις πάει και στην Τσεχία για να βρεις ένα πράμα που “δεν κλάνει μία”; Όχι, οι καλλιτέχνες της εποχής δεν είπαν ψέματα -ίσως υπερέβαλαν λίγο- αλλά όντως πολλοί είχαν παραισθήσεις από το αψέντι. Η μάλλον… όχι ακριβώς/μόνο από το αψέντι. Εδώ ανοίγει μια τεράστια συζήτηση (μονόλογος για την ακρίβεια) την οποία θα προτιμούσα, φίλε αναγνώστη, να την κάνουμε tet-a-tet με εμένα να σου εξηγώ τι μπορεί να έπαιξε ρουφώντας ηδονικά το αψέντι μου και εσένα να ακούς με προσήλωση, δεμένος και φιμωμένος στην οδοντιατρική καρέκλα που έχω στην υπόγα μου. Για να καταλάβεις τι άλλο μπορεί να έπαιζε -έτσι, να ακούσεις και μια εναλλακτική θεωρία- πρέπει λίγο να γνωρίζεις τις συνθήκες εκείνης της εποχής. Εκείνο τον καιρό ο αλκοολισμός και τα αφροδίσια νοσήματα (π.χ. η σύφιλη) ήταν τόσο διαδεδομένα όσο η μίζα και το ρουσφέτι στο Ελληνικό δημόσιο σήμερα. Πολλοί καλλιτέχνες, ανήσυχα πνεύματα γαρ, ήταν μεγάλοι αλκοόλες και τρομεροί τσαχπινομπουρδελιάρηδες! Που κολλάνε αυτά με τις παραισθήσεις;
Και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ αλλά και η σύφιλη -ιδίως στα τελικά στάδια- προκαλούν παραισθήσεις/ψευδαισθήσεις! Συγκεκριμένα το αλκοόλ προκαλεί το σύνδρομο Korsakoff του οποίου οι ψευδαισθήσεις θυμίζουν πάρα πολύ την σχιζοφρένεια, όσον αφορά την σύφιλη δε, η “τρέλα” που προκαλεί είναι γνωστή από τις απαρχές του χαρακτηρισμού αυτής της νόσου. Υπάρχει όμως και ακόμα ένα κομμάτι της ιστορίας, που πιθανόν σε συνδυασμό με τα παραπάνω, να απαντάει στο μυστήριο των “παραισθήσεων από αψέντι”: η ζήτηση για αψέντι ήταν πολύ μεγάλη και το προϊόν αυτό κρινόταν εκτός όλων των άλλων και σε επίπεδο εμφάνισης. Υπήρξαν περιπτώσεις αποστακτήριων όπου για να δώσουν στο αψέντι τους καλύτερο, πιο έντονο και με μεγαλύτερη διάρκεια “σμαραγδί” χρώμα, όπως επίσης και για να βελτιώσουν το “εφέ ασπρίσματος” όταν το αραιώνεις με νερό, χρησιμοποιούσαν διάφορα προσθετικά. Κύρια προσθετικά ήταν ενώσεις του χαλκού (πράσινο χρώμα) και του αντιμονίου (δίνει λευκό χρώμα όταν έρθει σε επαφή με το νερό), τα οποία τα έβαζαν κατά το δοκούν σε ότι ποσότητες ήθελαν.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι τέτοιες ενώσεις είναι αρκετά τοξικές γενικά για το σώμα αλλά και για το νευρικό σύστημα… Αν συνδυάσεις όλα τα παραπάνω με την χρόνια φύση της κατανάλωσης αψεντιού και γενικά αλκοόλ στους τότε κύκλους αρχίζεις να καταλαβαίνεις πως ίσως τα συμπτώματα να μην οφείλονταν στην θουγιόνη και ίσως να μην ήταν παραισθήσεις όπως τις εννοείς (βλέπε π.χ. LSD, μεσκαλίνη, ψιλοκυβίνη): θύμιζαν περισσότερο ντελίριο που προέρχεται από εγκεφαλική βλάβη.
Άποψή μου είναι, αν κυνηγήσεις το αψέντι να το κυνηγήσεις ως “ένα ποτό με ενδιαφέρουσα ιστορία” ή ως “το ποτό που έπινε ο αγαπημένος μου συγγραφέας” και όχι ως κάποιο μυθικό “νόμιμο high/ναρκωτικό“.
Ok ευχαριστώ για το πλήρες ξενέρωμα.. Παρόλα αυτά θέλω να μπλεχτώ με το αψέντι! Any tips?
Oh yes! Για αρχή, απέφυγε το αψέντι που δεν είναι πράσινο, ο αυθεντικός αψέντης είναι πράσινος: οι κόκκινοι, μαύροι, μπλε, ροζ, πουά, ριγέ, είναι απλά κόλπα marketing. Συνήθως περιέχουν χρωστικές σαν αυτές σε χρωματιστά βιομηχανικά τρόφιμα (παγωτά), οπότε αν σε νοιάζει η οποιαδήποτε τρουίλα (διάβαζε:αυθεντικότητα), και μόνο που έχει άλλο χρώμα δεν είναι αυθεντικός. Φυσικά υπάρχει περίπτωση και το πράσινο αψέντι να είναι χρωματισμένο με χρωστική που δεν είναι χλωροφύλλη, αλλά αυτό μπορείς να το τσεκάρεις στην ετικέτα και στην ιστοσελίδα του προϊόντος.
Έχε επίσης κατά νου: άλλο το Absinthe και άλλο το Absinth! Το πρώτο είναι το αψέντι σύμφωνα με την αυθεντική συνταγή που περιέχει αψιθιά, γλυκάνισο και μάραθο. Το δεύτερο είναι το… αψέντι “μποέμικου τύπου” -τρομάρα σου!- που θα βρεις κατά κόρον στην Τσεχία: περιέχει μόνο αψιθιά. Εδώ αξίζει να ξέρεις το εξής: το “μποέμικο” αψέντι (absinth) είναι αυτό που άρχισε την συνήθεια του “βάζω φωτιά το αψέντι καθώς το ρίχνω πάνω από το κουταλάκι με την ζάχαρη“. Αυτό το …αρχαίο τελετουργικό της φωτιάς κρατάει από το 1990, πιθανότατα ο Μπωντλαίρ ήταν πολύ φλώρος για να γνωρίζει τέτοιες μαγκιές! Αν θες αψέντη “όπως τον πίναν τότε” κράτα μόνο το κουταλάκι και την ζάχαρη, ξέχνα την φωτιά η οποία και αυτή αποτελεί marketing trick.
Θα δεις επίσης να κυκλοφορούν “kit” αψέντι τα οποία μέσες άκρες σου δίνουν τα βότανα και σου λένε να τα βάλεις σε Χ λίτρα βότκας. Απέφυγε τα! Εδώ, δεν τίθεται μόνο θέμα “αυθεντικότητας”, τίθεται και θέμα γεύσης: η αψιθιά περιέχει δυο πολύ πικρές ουσίες, την αψινθίνη και την αναψινθίνη. Αυτές οι δυο ουσίες περνάνε πολύ εύκολα στο αλκοόλ με αποτέλεσμα να του δίνουν χαρακτηριστική πικρή γεύση. Η απόσταξη που κάνουν στον αυθεντικό αψέντι αφήνει πίσω το μεγαλύτερο μέρος αυτών των ουσιών διότι δεν είναι τόσο πτητικές όσο τα αιθέρια έλαια του φυτού με αποτέλεσμα το τελικό απόσταγμα να περιέχει πολύ μικρές ποσότητες τους, δίνοντάς του απλά μια ελαφρώς πικρή γεύση — τόση όση του πρέπει!
Τέλος ένα μικρό Coctail party fact: ένα από τα χαρακτηριστικά του ποιοτικού αψέντι είναι το χαρακτηριστικότατο άσπρο-υποκίτρινο χρώμα που παίρνει όταν προσθέτεις νερό, ένα φαινόμενο που στα Γαλλικά ονομάστηκε louche (λους). Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στο ούζο. Αυτό συμβαίνει διότι τα αιθέρια έλαια της αψιθιάς και του γλυκάνισου είναι διαλυτά στο αλκοόλ όχι όμως στο νερό — φαντάσου τα σαν “λάδι”. Όταν προσθέτεις νερό ρίχνεις την περιεκτικότητα σε αλκοόλ (το αραιώνεις), με αποτέλεσμα τα αιθέρια έλαια να γίνουν αδιάλυτα και σιγά-σιγά ν’ αρχίσουν να βγαίνουν εκτός διαλύματος, σε μορφή μικροσκοπικών “σταγόνων”. Αυτές οι σταγόνες έχουν την ιδιότητα να “διασκορπίζουν” το φως όταν πέφτει πάνω τους, με αποτέλεσμα να φαίνεται στο μάτι μας ως “αδιαφανές λευκό“. Bonus points: δοκίμασε να το εξηγήσεις αυτό στους φίλους σου μετά το τέταρτο ποτήρι αψέντι!