Κατά τας αρχάς του έτους 1800 ο Ηγούμενος της Μονής Φιλοθέου επέστρεφε από την Αίνο της Θράκης συνοδευόμενος από σαράντα ευλαβείς προσκυνητές. Όλοι βιάζονταν να φθάσουν εγκαίρως στο Μοναστήρι, γιατί την χρονιά εκείνη συνέπιπταν και θα εώρταζαν μαζί το Πάσχα και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Όταν συνεορτάζεται το Πάσχα με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, τότε το Πάσχα αποκαλείται «Κύριον» Πάσχα. Έτσι το Μοναστήρι θα είχε διπλό πανηγύρι. Αυτός δε κυρίως ήταν ο λόγος, δια τον οποίον τόσον ο Ηγούμενος, όσον και οι προσκυνητές εβιάζοντο να φθάσουν εγκαίρως στο Άγιον Όρος.
Πράγματι, μπήκαν σε ένα πλοίο στο λιμάνι της Αίνου και ταξίδευαν για το Άγιον Όρος. Η νύκτα βρήκε το πλοίο μεταξύ των στενών των νήσων Λήμνου και Ίμβρου. Τότε σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία και έπνεε σφοδρός άνεμος. Όλοι είχαν απελπισθεί και φαντάζονταν, ότι είχε φθάσει το τέλος τους.
Ο Ηγούμενος, περισσότερον από όλους τους άλλους, εθλίβετο γιατί δεν θα μπορούσε να παρευρεθή και να λάβη μέρος εις την διπλή τελετουργία του Πάσχα και του Ευαγγελισμού. Διατηρούσε όμως το θάρρος του και προσπαθούσε να παρηγορήση και να εμψυχώση τους απελπισμένους συνταξυδιώτες του.
-Μη φοβείσθε, τους έλεγε. Έχετε εμπιστοσύνην εις την Παναγία μας. Πάντοτε Αυτή μας φυλάγει από τους κινδύνους. Δεν είναι δυνατόν να μας εγκαταλείψη.
Εν τω μεταξύ, το καράβι ανεβοκατέβαινε στα κύματα και παρεσύρετο από τον άνεμο στους βράχους της απότομης παραλίας. Κανείς πλέον δεν ήλπιζε σε βοήθεια ή σωτηρία. Δεν έφθανε η απελπισία τους αυτή, αλλά ξεφεύγει από τη θέση του και το τιμόνι του πλοίου, χωρίς να το αντιληφθή ο τιμονιέρης. Ας φαντασθή λοιπόν κανείς το ύφος της απελπισίας τόσον του πληρώματος, όσον και των επιβατών του πλοίου.
Όλοι πλέον ήσαν βέβαιοι, ότι θα καταποντισθή το πλοίο. Ω! του θαύματος όμως. Ξαφνικά, το πλοίο και χωρίς οδηγό άλλαξε δρομολόγιο και τράβηξε προς βορράν. Το ώδηγούσε η Παναγία, χωρίς να φαίνεται, μπροστά στα τρομαγμένα μάτια των ανθρώπων. Σε λίγο το καράβι τράβηξε για την ακτή και στάθηκε ήρεμα και ασφαλισμένα στην αμμώδη παραλία. Κανείς δεν εγνώριζε που είχαν προσορμισθή.
Όταν έφεξε η ημέρα είδαν, ότι ευρίσκονταν σε ασφαλή τόπο, απέναντι από την νήσο Θάσο. Τότε παρατήρησαν με θαυμασμό, ότι το τιμόνι του πλοίου ήταν δεμένο στην θέση του, με την βοήθεια της Παναγίας. Όλοι έπεσαν στα γόνατα και ευχαρίστησαν την Θεοτόκο για το μέγα θαύμα Της και την σωτηρία τους. Ξεκίνησαν και πάλιν και έφθασαν επί τέλους στο λιμάνι της Μονής Φιλοθέου, για να γιορτάσουν όχι πλέον την
διπλήν εορτήν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και του Πάσχα, αλλά την τριπλήν εορτήν, γιατί με το θαύμα της Παναγίας είχαν σωθεί από ένα τόσον μεγάλο και τρομερό κίνδυνο.
Πηγή http://agioritikovima.gr
Πράγματι, μπήκαν σε ένα πλοίο στο λιμάνι της Αίνου και ταξίδευαν για το Άγιον Όρος. Η νύκτα βρήκε το πλοίο μεταξύ των στενών των νήσων Λήμνου και Ίμβρου. Τότε σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία και έπνεε σφοδρός άνεμος. Όλοι είχαν απελπισθεί και φαντάζονταν, ότι είχε φθάσει το τέλος τους.
Ο Ηγούμενος, περισσότερον από όλους τους άλλους, εθλίβετο γιατί δεν θα μπορούσε να παρευρεθή και να λάβη μέρος εις την διπλή τελετουργία του Πάσχα και του Ευαγγελισμού. Διατηρούσε όμως το θάρρος του και προσπαθούσε να παρηγορήση και να εμψυχώση τους απελπισμένους συνταξυδιώτες του.
-Μη φοβείσθε, τους έλεγε. Έχετε εμπιστοσύνην εις την Παναγία μας. Πάντοτε Αυτή μας φυλάγει από τους κινδύνους. Δεν είναι δυνατόν να μας εγκαταλείψη.
Εν τω μεταξύ, το καράβι ανεβοκατέβαινε στα κύματα και παρεσύρετο από τον άνεμο στους βράχους της απότομης παραλίας. Κανείς πλέον δεν ήλπιζε σε βοήθεια ή σωτηρία. Δεν έφθανε η απελπισία τους αυτή, αλλά ξεφεύγει από τη θέση του και το τιμόνι του πλοίου, χωρίς να το αντιληφθή ο τιμονιέρης. Ας φαντασθή λοιπόν κανείς το ύφος της απελπισίας τόσον του πληρώματος, όσον και των επιβατών του πλοίου.
Όλοι πλέον ήσαν βέβαιοι, ότι θα καταποντισθή το πλοίο. Ω! του θαύματος όμως. Ξαφνικά, το πλοίο και χωρίς οδηγό άλλαξε δρομολόγιο και τράβηξε προς βορράν. Το ώδηγούσε η Παναγία, χωρίς να φαίνεται, μπροστά στα τρομαγμένα μάτια των ανθρώπων. Σε λίγο το καράβι τράβηξε για την ακτή και στάθηκε ήρεμα και ασφαλισμένα στην αμμώδη παραλία. Κανείς δεν εγνώριζε που είχαν προσορμισθή.
Όταν έφεξε η ημέρα είδαν, ότι ευρίσκονταν σε ασφαλή τόπο, απέναντι από την νήσο Θάσο. Τότε παρατήρησαν με θαυμασμό, ότι το τιμόνι του πλοίου ήταν δεμένο στην θέση του, με την βοήθεια της Παναγίας. Όλοι έπεσαν στα γόνατα και ευχαρίστησαν την Θεοτόκο για το μέγα θαύμα Της και την σωτηρία τους. Ξεκίνησαν και πάλιν και έφθασαν επί τέλους στο λιμάνι της Μονής Φιλοθέου, για να γιορτάσουν όχι πλέον την
διπλήν εορτήν του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και του Πάσχα, αλλά την τριπλήν εορτήν, γιατί με το θαύμα της Παναγίας είχαν σωθεί από ένα τόσον μεγάλο και τρομερό κίνδυνο.
Πηγή http://agioritikovima.gr