Στην πραγματικότητα πρόκειται για ηλεκτρονικούς ανιχνευτές μεταβολιτών, δηλαδή οργανικών παραγώγων οργανικά παράγωγα του ανθρώπινου σώματος που παράγονται με την αναπνοή και τον ιδρώτα.
«Ένα τέτοιο μηχάνημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί επί τόπου χωρίς εργαστηριακή υποστήριξη. Μπορεί να ακολουθήσει τα ίχνη ζωής για παρατεταμένη χρονική περίοδο και στο ίδιο σημείο είναι δυνατόν να αναπτυχθούν πολλοί τέτοιοι ανιχνευτές», δήλωσε ο καθηγητής Πολ Τόμας από το βρετανικό πανεπιστήμιο του Λάφμπορο.
Για να δοκιμαστεί το μηχάνημα αυτό, οκτώ εθελοντές πέρασαν έξι ώρες κάτω από ερείπια μπετόν και σπασμένων γυαλιών σε μια προσομοίωση κατεστραμμένου κτιρίου.
Οι μεταβολίτες που παρήγαγαν οι εθελοντές, σε πέντε διαφορετικές περιπτώσεις, αλληλεπιδρούσαν με τα υλικά των ερειπίων και αυξομειώνονται ανάλογα με την υγρασία και τη θερμοκρασία, γεγονός που καθιστά την ανίχνευσή τους πιο δύσκολη.
Οι «ηλεκτρονικές μύτες» αναγνώριζαν σε σύντομο χρονικό διάστημα το διοξείδιο του άνθρακα και την αμμωνία που παράγονται από τα ανθρώπινα σώματα.
Επίσης ανίχνευαν και άλλες πτητικές οργανικές ενώσεις, όπως η ακετόνη και το ισοπρένιο.
Μέχρι σήμερα τη δουλειά αυτή κάνουν ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά, όμως η εκπαίδευσή τους είναι κοστοβόρα και επίσης χρειάζονται συχνές διακοπές στις έρευνες και είναι εκτεθειμένα σε κίνδυνο.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Breath Research.
πηγη:ΤΑ ΝΕΑ