Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

Τι προβλέπει το Ευρωπαϊκό δίκαιο για την αποχώρηση ή την αποπομπή κράτους- μέλους απο την Ε.Ε.

Επειδή κάθε τόσο διαβάζουμε ή ακούμε και βλέπουμε στην τηλεόραση κάθε είδους ανακρίβεια όσων αφορά το νομικό καθεστώς που διέπει την πολιτική οντότητα που ονομάζεται Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση και με το μέλλον της πατρίδας μας, κρίναμε χρήσιμο να αναφερθούμε στο επίμαχο θέμα βασισμένοι στο ισχύον με βάση τη συνθήκη της Λισσαβώνας σύνταγμα της ΕΕ.

Αποχώρηση κράτους- μέλους απο την Ένωση.

Με τη συνθήκη της Λισσαβώνς υιοθετήθηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα κάθε κρά τους μέλους της Ένωσης να αποχωρήσει απο αυτή, χωρίς συνέπειες. Πρόκειτε για τη δυνατότητα αποχώρησης απο την Ένωση ως σύνολο και οχι μόνο απο ορισμένες πολιτικές π.χ. απο τη ΟΝΕ ή την κοινή αγροτική πολιτική. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 50 ΣΕΕ(Σύνταγμα της ΕΕ), κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να αποχωρήσει απο την Ένωση, σύμφωνα με τους εσωτερικούς Συνταγματικούς του κανόνες. Επομένως πρόκειτε για εκούσια αποχώρηση και οχι αποπομπή. Αποπομπή κράτους μέλους απο την Ένωση δε μπορεί να γίνει, διότι δεν προβλέπεται στις συνθήκες. Ως προς τη δυνατότητα αποπομπής ενός κράτους μέλους απο μια πολιτική π.χ. απο την ΟΝΕ και το κοινό νόμισμα, οι συνθήκες δε προβλέπουν τίποτε σχετικό, επομένως δε μπορεί να γίνει. Η μόνη περίπτωση συνεπειών για το κράτος μέλος που παραβιάζει τις αρχές της Ένωσης είναι ο μηχανισμός του άρθρου 7 ΣΕΕ , οι οποίες μπορούν να φτάσουν μέχρι την αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων τα οποία απορρέουν απο τις συνθήκες συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της ψήφου. Στην περίπτωση της ΟΝΕ οι συνέπειες προβλέπονται απο το άρθρο 126 ΣΛΕΕ. Έξοδος κράτους μέλους απο την ΟΝΕ δεν προβλέπεται, επομένως δε μπορεί να γίνει εκτός αν συμφωνίσει το συγκεκριμένοι κράτος οπότε θα πρόκειτε για ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου που θα ανατρέπει την προηγούμενη απόφασή του περί συμμετοχής του κράτους στην ΟΝΕ.
Η υιοθέτηση του άρθρου 50 ΣΕΕ περί εκούσιες και χωρίς συνέπειες αποχώρησης ενός κράτους μέλους απο την Ένωσης συμπληρώνει απόλυτα την εικόνα της Ευρωπαϊκής ενοποίησης ως μιάς διαδικασίας εκούσιας συμμετοχής και παραμονής σε αυτήν. Κάθε κράτος που επιθυμεί και πληροί τα κριτήρια που αναφέρθηκαν ανωτέρω, μπορεί με αίτησή του να γίνει μέλος. Αν στη συνέχεια διαπιστώσει οτι για κάποιους λόγους πρέπει να αποχωρήσει, μπορει να αποχωρήσει χωρίς συνέπειες.
Το κράτος μέλος που αποφασίζει να αποχωρήσει απο την Ένωση πρέπει να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Υπο το πρίσμα των προσανατολισμών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ένωση προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και συνάπτει με το εν λόγω κράτος συμφωνία που καθορίζει τις λεπτομερέις ρυθμίσεις για την αποχώρησή του, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση.Η συμφωνία αυτή συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης απο το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι συνθήκες παύουν να ισχύουν στο εν λόγω κράτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δυο έτη μετά τη γνωστοποίηση της απόφασης του κράτους για αποχώρηση, εκτός εαν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, αποφασίσει ομόφωνα την παράταση της προθεσμίας αυτής. Εάν το κράτος που αποχώρησε από την Ένωση ζητήσει την εκ νέου προσχώρησή του, η αίτηση αυτή υπόκειται στη διαδικασία εισόδου νέου κράτους, σύμφωνα με το άρθρο 49 ΣΕΕ.


by EAGLE
(Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα απο το βιβλίο " Το δίκαιο της Ευρωπαϊής Ένωσης- Η συνθήκη της Λισσαβώνας", Παναγιώτης Ι. Κανελλόπουλος, εκδόσεις Σάκκουλα)
Twitter Bird Gadget