του Σπύρου Τρίψα
O «Μεγάλος Αδελφός» ζει και βασιλεύει. Χιλιάδες τηλεφωνικές συνομιλίες και αποστολές μηνυμάτων βρίσκονται καθημερινά στο μικροσκόπιο της ΕΥΠ, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Με αυτή την κάλυψη, ωστόσο, παρακολουθούνται πολιτικοί, επιχειρηματίες και ιδιώτες, για άλλους λόγους και όχι βέβαια «εθνικούς». Ο ίδιος περιγράφει λεπτομερώς τα «κόλπα» των χειριστών των κέντρων και των συσκευών παρακολούθησης για να «μετατοπίζεται» ο στόχος κάτω από τη μύτη των αρμόδιων ελεγκτών, να παρακάμπτονται οι εταιρείες κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας και να σβήνονται τα ίχνη της παρακολούθησης.
Σύμφωνα με την πηγή των «Επικαίρων», η ΕΥΠ έχει καταφύγει αρκετές φορές στη βοήθεια «πρόθυμων» υπαλλήλων εταιρειών τη λεφωνίας, καθώς τεχνικοί που γνωρίζουν το σύστημα δικτύωσης κάθε εταιρείας μπορούν να πετύχουν συνακρόαση συνομιλίας οποιουδήποτε κινητού, όχι, όμως, και την καταγραφή αυτής. Αυτή η τακτική αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη στην Υπηρεσία, αφού μπορεί να παρακολουθεί πολλαπλάσιο όγκο συνομιλιών απ’ ό,τι η ίδια έχει τη δυνατότητα και, αν προκύψει «θέμα», τότε τίθεται σε λειτουργία είτε το Κέντρο Υποκλοπών της Κατεχάκη είτε οι μεταφερόμενες συσκευές παρακολούθησης. «Μόνο ένας προσεκτικός έλεγχος από τον... πάροχο, με προϋπόθεση να γίνεται υποκλοπή την ώρα του ελέγχου, μπορεί να εντοπίσει τη συνακρόαση. Αλλιώς σβήνονται τα ίχνη, αν μιλάμε για κινητό. Για τα σταθερά τηλέφωνα, όμως, δημιουργούνται και παραμένουν ίχνη», εξηγεί πρώην στέλεχος της ΕΥΠ.
«Αθώα» λάθη, που κάνουν τη... διαφορά
Λάθη διατύπωσης, αναριθμητισμοί και ταυτοποιήσεις που δεν ισχύουν είναι μερικές από τις συνήθεις αβλεψίες που εντοπίζονται στα έγγραφα αιτήματα άρσης απορρήτου, προκειμένου να ολοκληρωθεί η παρακολούθηση ενός κινητού. Πίσω, όμως, από τα «αθώα» λάθη μπορεί να κρύβεται οργανωμένο σχέδιο, έτσι ώστε να παρακολουθηθούν κλήσεις, συνομιλίες, ακόμη και ο χώρος που βρίσκεται ένας στόχος, διαφορετικός από εκείνον που καταγράφεται στα επίσημα κρατικά έγγραφα. Στο αίτημα άρσης απορρήτου ο συντάκτης είναι υποχρεωμένος να γράψει «ο αριθμός τηλεφώνου 69... ανήκει στον (στην)... και χρησιμοποιείται από τον (την)...». Συχνά, όμως, διατυπώνεται ως «ο αριθμός τηλεφώνου 69... χρησιμοποιείται από τον (την)...». Κι αν σε πρώτη ανάγνωση η διαφορά στη διατύπωση δεν δείχνει ιδιαίτερα σημαντική, στην πραγματικότητα είναι μεγάλη, όπως εξηγεί το πρώην στέλεχος της ΕΥΠ. «Αυτή η διατύπωση μπορεί να αποβλέπει στην παρακολούθηση του κατόχου, τα στοιχεία του οποίου σκοπίμως δεν αναφέρονται, ενώ, αντίθετα, αναφέρονται τα στοιχεία του ενδεχομένως φανταστικού χρήστη».
Μια έντεχνη παραποίηση αφορά στους αναριθμητισμούς στα νούμερα των κινητών τηλεφώνων-στόχων, που εντοπίζονται μόνο κατόπιν ενδελεχούς μελέτης και αντιπαραβολής των έγγραφων αιτήματος παρακολούθησης και αυτών που αποστέλλει ο πάροχος στην Υπηρεσία με τα στοιχεία κατόχου του συγκεκριμένου αριθμού. Να έχει ζητηθεί, δηλαδή, η άρση απορρήτου του 693243823... και το έγγραφο του παρόχου να δίνει στοιχεία για το 693248323...
Πώς λειτουργούν οι συσκευές παρακολούθησης της ΕΥΠ
Αύξηση της τάξης του 70% στις «κρατικές υποκλοπές» έδειξαν τα πιο πρόσφατα στοιχεία. Το 2009 είχαν εκδοθεί 1.061 εισαγγελικές δια τάξεις και 970 βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων, ενώ το 2010 εκδόθηκαν 2.281 εισαγγελικές α ποφάσεις αλλά και 1.169 σχετικά βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων για παρακολουθήσεις – πάντα για λόγους εθνικού και δημόσιου συμφέροντος. Αυτά τα στοιχεία, βέβαια, αφορούν στις νόμιμες συνακροάσεις και κατά περιπτώσεις ηχογραφήσεις, με εισαγγελική από - φαση, επίσημο αίτημα στον πάροχο τηλεφωνικής σύνδεσης και δική του σύμφωνη γνώμη.
Ακολουθείται, όμως, αυτή η οδός σε όλες τις περιπτώσεις; «Όχι», λέει κατηγορηματικά ο συνομιλητής μας, καθώς τα υπερσύγχρονα μέσα που διαθέτουν η ΕΥΠ και η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία –που κόστισαν πάνω από 8 εκατ. ευρώ– έχουν τη δυνατότητα «παγίδευσης» ακόμα και 1.500 τηλεφώνων, σταθερών και κινητών, σε ημερήσια βάση αλλά και να μην εντοπιστούν από τον πάροχο σύνδεσης των υπό παρακολούθηση κινητών.
Το πρώην στέλεχος της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών δίνει λεπτομέρειες για τον τρόπο λειτουργίας των συσκευών παρακολούθησης, απογοητεύοντας όσους πιστεύουν ότι με τη χρήση διαφόρων τηλεφώνων, ακόμη και κάποιων που δεν είναι κατοχυρωμένα στο όνομά τους, εξασφαλίζουν μια ιδιωτική συνομιλία. «Με τη φυσική παρακολούθηση του στόχου, όταν αυτός παραμένει για μερικά λεπτά στο ίδιο σημείο, πραγματοποιείται σάρωση της περιοχής. Το ίδιο συμβαίνει εάν ο στόχος μετακινηθεί και παραμείνει για λίγο σε άλλη περιοχή. Αν συμβεί και τρίτη φορά, δηλαδή οι διενεργούντες την παρακολούθηση προχωρήσουν σε σάρωση της περιοχής που βρίσκεται ο στόχος για τρίτη φορά, τότε ξέρουν ακριβώς τους μοναδικούς αριθμούς κινητών συσκευών που φέρει αλλά και χρησιμοποιεί ο στόχος».
Ακόμη θεαματικότερα είναι τα αποτελέσματα από τη χρήση των φορητών συσκευών παρακολούθησης, τα θαυματουργά «βαλιτσάκια», με μοναδική προϋπόθεση η απόσταση συσκευής και στόχου να μην είναι μεγαλύτερη των 100 μέτρων. Πλεονεκτήματα των φορητών συσκευών παρακολούθησης είναι το ότι δεν ανιχνεύονται από τις εταιρείες-παρόχους, μπορούν να «πιάσουν» και να παγιδεύσουν κι άλλα τηλέφωνα στην ακτίνα τους εκτός του βασικού στόχου και είναι εξαιρετικά εύκολες στη μεταφορά αλλά και στην απόκρυψη, αφού χωρούν σε μια τσάντα χειρός ή πλάτης. «Τα “βαλιτσάκια” είναι ιδανικά για την παρακολούθηση χώρων με πολλούς και ενδιαφέροντες στόχους-χρήστες κινητών. Σε γραφεία κομμάτων, σε υπουργία, σε πρεσβείες ή σε μεγάλες εταιρείες. Ακόμη και σε διπλωματικές ή άλλες δεξιώσεις, αρκεί οι παρευρισκόμενοι να χρησιμοποιούν τα κινητά τους. Τότε είναι η... χαρά αυτού που παρακολουθεί», συνοψίζει το στέλεχος της ΕΥΠ, γνωρίζοντας την αποτελεσματικότητα των συσκευών από... πρώτο χέρι.
O «Μεγάλος Αδελφός» ζει και βασιλεύει. Χιλιάδες τηλεφωνικές συνομιλίες και αποστολές μηνυμάτων βρίσκονται καθημερινά στο μικροσκόπιο της ΕΥΠ, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Με αυτή την κάλυψη, ωστόσο, παρακολουθούνται πολιτικοί, επιχειρηματίες και ιδιώτες, για άλλους λόγους και όχι βέβαια «εθνικούς». Ο ίδιος περιγράφει λεπτομερώς τα «κόλπα» των χειριστών των κέντρων και των συσκευών παρακολούθησης για να «μετατοπίζεται» ο στόχος κάτω από τη μύτη των αρμόδιων ελεγκτών, να παρακάμπτονται οι εταιρείες κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας και να σβήνονται τα ίχνη της παρακολούθησης.
Σύμφωνα με την πηγή των «Επικαίρων», η ΕΥΠ έχει καταφύγει αρκετές φορές στη βοήθεια «πρόθυμων» υπαλλήλων εταιρειών τη λεφωνίας, καθώς τεχνικοί που γνωρίζουν το σύστημα δικτύωσης κάθε εταιρείας μπορούν να πετύχουν συνακρόαση συνομιλίας οποιουδήποτε κινητού, όχι, όμως, και την καταγραφή αυτής. Αυτή η τακτική αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη στην Υπηρεσία, αφού μπορεί να παρακολουθεί πολλαπλάσιο όγκο συνομιλιών απ’ ό,τι η ίδια έχει τη δυνατότητα και, αν προκύψει «θέμα», τότε τίθεται σε λειτουργία είτε το Κέντρο Υποκλοπών της Κατεχάκη είτε οι μεταφερόμενες συσκευές παρακολούθησης. «Μόνο ένας προσεκτικός έλεγχος από τον... πάροχο, με προϋπόθεση να γίνεται υποκλοπή την ώρα του ελέγχου, μπορεί να εντοπίσει τη συνακρόαση. Αλλιώς σβήνονται τα ίχνη, αν μιλάμε για κινητό. Για τα σταθερά τηλέφωνα, όμως, δημιουργούνται και παραμένουν ίχνη», εξηγεί πρώην στέλεχος της ΕΥΠ.
«Αθώα» λάθη, που κάνουν τη... διαφορά
Λάθη διατύπωσης, αναριθμητισμοί και ταυτοποιήσεις που δεν ισχύουν είναι μερικές από τις συνήθεις αβλεψίες που εντοπίζονται στα έγγραφα αιτήματα άρσης απορρήτου, προκειμένου να ολοκληρωθεί η παρακολούθηση ενός κινητού. Πίσω, όμως, από τα «αθώα» λάθη μπορεί να κρύβεται οργανωμένο σχέδιο, έτσι ώστε να παρακολουθηθούν κλήσεις, συνομιλίες, ακόμη και ο χώρος που βρίσκεται ένας στόχος, διαφορετικός από εκείνον που καταγράφεται στα επίσημα κρατικά έγγραφα. Στο αίτημα άρσης απορρήτου ο συντάκτης είναι υποχρεωμένος να γράψει «ο αριθμός τηλεφώνου 69... ανήκει στον (στην)... και χρησιμοποιείται από τον (την)...». Συχνά, όμως, διατυπώνεται ως «ο αριθμός τηλεφώνου 69... χρησιμοποιείται από τον (την)...». Κι αν σε πρώτη ανάγνωση η διαφορά στη διατύπωση δεν δείχνει ιδιαίτερα σημαντική, στην πραγματικότητα είναι μεγάλη, όπως εξηγεί το πρώην στέλεχος της ΕΥΠ. «Αυτή η διατύπωση μπορεί να αποβλέπει στην παρακολούθηση του κατόχου, τα στοιχεία του οποίου σκοπίμως δεν αναφέρονται, ενώ, αντίθετα, αναφέρονται τα στοιχεία του ενδεχομένως φανταστικού χρήστη».
Μια έντεχνη παραποίηση αφορά στους αναριθμητισμούς στα νούμερα των κινητών τηλεφώνων-στόχων, που εντοπίζονται μόνο κατόπιν ενδελεχούς μελέτης και αντιπαραβολής των έγγραφων αιτήματος παρακολούθησης και αυτών που αποστέλλει ο πάροχος στην Υπηρεσία με τα στοιχεία κατόχου του συγκεκριμένου αριθμού. Να έχει ζητηθεί, δηλαδή, η άρση απορρήτου του 693243823... και το έγγραφο του παρόχου να δίνει στοιχεία για το 693248323...
Πώς λειτουργούν οι συσκευές παρακολούθησης της ΕΥΠ
Αύξηση της τάξης του 70% στις «κρατικές υποκλοπές» έδειξαν τα πιο πρόσφατα στοιχεία. Το 2009 είχαν εκδοθεί 1.061 εισαγγελικές δια τάξεις και 970 βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων, ενώ το 2010 εκδόθηκαν 2.281 εισαγγελικές α ποφάσεις αλλά και 1.169 σχετικά βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων για παρακολουθήσεις – πάντα για λόγους εθνικού και δημόσιου συμφέροντος. Αυτά τα στοιχεία, βέβαια, αφορούν στις νόμιμες συνακροάσεις και κατά περιπτώσεις ηχογραφήσεις, με εισαγγελική από - φαση, επίσημο αίτημα στον πάροχο τηλεφωνικής σύνδεσης και δική του σύμφωνη γνώμη.
Ακολουθείται, όμως, αυτή η οδός σε όλες τις περιπτώσεις; «Όχι», λέει κατηγορηματικά ο συνομιλητής μας, καθώς τα υπερσύγχρονα μέσα που διαθέτουν η ΕΥΠ και η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία –που κόστισαν πάνω από 8 εκατ. ευρώ– έχουν τη δυνατότητα «παγίδευσης» ακόμα και 1.500 τηλεφώνων, σταθερών και κινητών, σε ημερήσια βάση αλλά και να μην εντοπιστούν από τον πάροχο σύνδεσης των υπό παρακολούθηση κινητών.
Το πρώην στέλεχος της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών δίνει λεπτομέρειες για τον τρόπο λειτουργίας των συσκευών παρακολούθησης, απογοητεύοντας όσους πιστεύουν ότι με τη χρήση διαφόρων τηλεφώνων, ακόμη και κάποιων που δεν είναι κατοχυρωμένα στο όνομά τους, εξασφαλίζουν μια ιδιωτική συνομιλία. «Με τη φυσική παρακολούθηση του στόχου, όταν αυτός παραμένει για μερικά λεπτά στο ίδιο σημείο, πραγματοποιείται σάρωση της περιοχής. Το ίδιο συμβαίνει εάν ο στόχος μετακινηθεί και παραμείνει για λίγο σε άλλη περιοχή. Αν συμβεί και τρίτη φορά, δηλαδή οι διενεργούντες την παρακολούθηση προχωρήσουν σε σάρωση της περιοχής που βρίσκεται ο στόχος για τρίτη φορά, τότε ξέρουν ακριβώς τους μοναδικούς αριθμούς κινητών συσκευών που φέρει αλλά και χρησιμοποιεί ο στόχος».
Ακόμη θεαματικότερα είναι τα αποτελέσματα από τη χρήση των φορητών συσκευών παρακολούθησης, τα θαυματουργά «βαλιτσάκια», με μοναδική προϋπόθεση η απόσταση συσκευής και στόχου να μην είναι μεγαλύτερη των 100 μέτρων. Πλεονεκτήματα των φορητών συσκευών παρακολούθησης είναι το ότι δεν ανιχνεύονται από τις εταιρείες-παρόχους, μπορούν να «πιάσουν» και να παγιδεύσουν κι άλλα τηλέφωνα στην ακτίνα τους εκτός του βασικού στόχου και είναι εξαιρετικά εύκολες στη μεταφορά αλλά και στην απόκρυψη, αφού χωρούν σε μια τσάντα χειρός ή πλάτης. «Τα “βαλιτσάκια” είναι ιδανικά για την παρακολούθηση χώρων με πολλούς και ενδιαφέροντες στόχους-χρήστες κινητών. Σε γραφεία κομμάτων, σε υπουργία, σε πρεσβείες ή σε μεγάλες εταιρείες. Ακόμη και σε διπλωματικές ή άλλες δεξιώσεις, αρκεί οι παρευρισκόμενοι να χρησιμοποιούν τα κινητά τους. Τότε είναι η... χαρά αυτού που παρακολουθεί», συνοψίζει το στέλεχος της ΕΥΠ, γνωρίζοντας την αποτελεσματικότητα των συσκευών από... πρώτο χέρι.